Μετά από χρονοβόρες και ιδιαίτερα δύσκολες συνομιλίες στο Καμπ Ντέιβιντ των ΗΠΑ υπό την αιγίδα του τότε αμερικανού προέδρου Τζίμι Κάρτερ, ο αιγύπτιος πρόεδρος Ανουάρ Σαντάτ και ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Μεναχέμ Μπέγκιν συμφώνησαν στις 17 Σεπτεμβρίου του 1978 να συνάψουν εντός τριών μηνών συμφωνία ειρήνης. Υπεγράφη τελικά μερικούς μήνες αργότερα και συγκεκριμένα στις 26 Μαρτίου του 1979.
Από μικρή ηλικία και οι δυο πολιτικοί είχαν έρθει αντιμέτωποι με τη βία ξένων δυνάμεων κατοχής. Ο Σαντάτ γεννήθηκε το 1918 όταν η Αίγυπτος τελούσε ακόμη υπό την κυριαρχία των Βρετανών ενώ ο Μπέγκιν κατάγεται από πόλη της σημερινής Λευκορωσίας την οποία κατέλαβαν το 1941 οι ναζί.
Οι οδυνηρές αυτές εμπειρίες γέννησαν και στους δυο ηγέτες την επιθυμία να αγωνιστούν για την ασφάλεια των χωρών τους: ο Σαντάτ στην Αίγυπτο και ο Μπέγκιν στο Ισραήλ. Αμφότεροι αντιμετώπισαν το Μεσανατολικό ως ένα «παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος»: το κέρδος του ενός ισοδυναμεί με τη ζημιά του άλλου ή κάθε εδαφικό κέρδος των Ισραηλινών περιορίζει τα εδάφη των Αράβων και αντίστροφα.
Φαύλος κύκλος βίας
Με τον ίδιο τρόπο «διάβαζαν» τις εξελίξεις και οι προκάτοχοί τους. Από το 1948 η αντιπαλότητα μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ εξελίχθηκε σε εχθρότητα. Μέχρι τη σύνοδο του Καμπ Ντέιβιντ οι δυο χώρες είχαν βρεθεί συνολικά τέσσερις φορές αντιμέτωπες σε πόλεμο: το 1948/49 λίγο μετά την ίδρυση του ισραηλινού κράτους, στην κρίση του Σουέζ το 1956, στον Πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967 και εντέλει στον λεγόμενο Πόλεμο του Γιόμ Κιπούρ το 1973. Ένας φαύλος κύκλος βίας τον οποίο επιχείρησε να σπάσει ο Κάρτερ στα τέλη της δεκαετίας του ΄80.
Είχαν προηγηθεί ήδη αξιοσημείωτες προσπάθειες προσέγγισης. Στις 9 Νοεμβρίου του 1977 ο Σαντάτ τόνιζε ενώπιον της αιγυπτιακής Βουλής ότι θα πήγαινε ακόμη και στην Κνεσέτ για να σώσει τη ζωή έστω ενός στρατιώτη. Ο Μπέγκιν τον προσκάλεσε όντως στο ισραηλινό κοινοβούλιο και ο Σαντάτ ανταποκρίθηκε, προκαλώντας εν μέρει οργή στον αραβικό κόσμο. Συρία, Ιράκ, Λιβύη και Αλγερία πάγωσαν τις διπλωματικές τους σχέσεις με το Κάιρο ενώ η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης καταδίκασε την κίνηση του Σαντάτ.
Μισό χρόνο αργότερα όμως οι δυο πολιτικοί συναντήθηκαν στο Καμπ Ντέιβιντ γνωρίζοντας ότι η ειρήνευση στην περιοχή δεν ήταν το μοναδικό διακύβευμα. Οι συνομιλίες θα έκριναν σε μεγάλο βαθμό και τις σχέσεις τους με τις ΗΠΑ. Τόσο οι Αιγύπτιοι όσο και οι Ισραηλινοί ήταν αποφασισμένοι να ακολουθήσουν μια σκληρή διαπραγματευτική γραμμή, γνώριζαν όμως ότι η εμμονή σε κόκκινες γραμμές θα μπορούσε να έχει άμεσο αντίκτυπο στις σχέσεις των χωρών τους με την Ουάσιγκτον.
Μια συμφωνία απόρροια της λογικής
Η συμφωνία ειρήνης δέσμευσε τις δυο χώρες να αναγνωρίσουν η μια την άλλη. Επίσης, έβαλε τέλος στην εμπόλεμη κατάσταση στην οποία βρίσκονταν Αίγυπτος και Ισραήλ από το 1948 ενώ το Τελ Αβίβ δεσμευόταν να αποσυρθεί από τη χερσόνησο του Σινά. Πέραν αυτών συμφωνήθηκε να αναγνωριστούν τα δικαιώματα των Παλαιστινίων και να διαλυθούν οι εβραϊκοί οικισμοί στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη ενώ σε αντάλλαγμα τα ισραηλινά πλοία μπορούσαν να χρησιμοποιούν τη Διώρυγα του Σουέζ.
Μπορεί η συμφωνία να έτυχε θερμής υποδοχής από χώρες της Δύσης και πρωτίστως τις ΗΠΑ και τον Τζ. Κάρτερ και οι Σαντάτ (δολοφονήθηκε το 1981 από ακραίους ισλαμιστές) και Μπέγκιν να τιμήθηκαν με το Νόμπελ Ειρήνης το 1978, εντούτοις στις χώρες τους οι δυο πολιτικοί αντιμετώπισαν σημαντικές δυσκολίες στην προσπάθειά τους να υλοποιήσουν τη συμφωνία.
Όπως και τότε έτσι και σήμερα η συμφωνία μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ δεν προκαλεί ιδιαίτερο ενθουσιασμό σε καμία πλευρά. Η ειρήνη ανάμεσα στις δυο πλευρές υπαγορεύεται περισσότερο από τη λογική, αφού Αίγυπτος και Ισραήλ γνωρίζουν ότι ένας νέος πόλεμος θα είχε ολέθριες συνέπειες και για τις δυο χώρες.
Πηγή: sansimera.gr & dw.com