https://nb.bbend.net/media/news/2023/08/30/1463062/main/evros-fotia.jpg

Πώς η πυρκαγιά του Έβρου επηρεάζει την άγρια πανίδα του Εθνικού Πάρκου Δαδιάς- Λευκίμης- Σουφλίου

/

Η σφοδρότητα και η ταχύτητα εξάπλωσης της πυρκαγιάς που εξακολουθεί να καίει στον Έβρο είναι τα χαρακτηριστικά που καθορίζουν το μέγεθος της καταστροφής όχι μόνο στην εικόνα που παρουσιάζει πλέον το Εθνικό Πάρκο Δαδιάς- Λευκίμης- Σουφλίου αλλά και στην άγρια πανίδα που διαβιεί στην περιοχή. Με δύο από τα μέτωπα της πυρκαγιάς να παραμένουν ενεργά και τις προσπάθειες της κατάσβεσης να συνεχίζονται, ενδεχομένως είναι νωρίς για αποτίμηση του μεγέθους του συνόλου των ζημιών. Ωστόσο η καταστροφή είναι ορατή, υπαρκτή με αδιάψευστους μάρτυρες ό,τι αφήνει πίσω της η πύρινη λαίλαπα και το αποτύπωμά της είναι ήδη αισθητό στην ευρύτερη δασική περιοχή του Εθνικού Πάρκου Δαδιάς- Λευκίμης- Σουφλίου (Ε.Π. Δ.Λ.Σ.).

Ο καθηγητής Οικολογίας και Διαχείρισης Άγριας Πανίδας του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ Δημήτρης Μπακαλούδης και πρόεδρος στο παρελθόν του Δ.Σ. του Φορέα Διαχείρισης του Εθνικού Πάρκου, ο οποίος επισκέφθηκε την πληγείσα περιοχή μιλάει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για την ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης πυρκαγιάς, για το αν και πώς επηρεάζει την άγρια πανίδα καθώς και για τις ενδεδειγμένες ενέργειες αντιμετώπισης των επιπτώσεων σε σχέση με την άγρια πανίδα και τη βλάστηση.

Τα χαρακτηριστικά της πυρκαγιάς

«Η πρόσφατη πυρκαγιά, εκτός από την υψηλή συγκέντρωση βιομάζας, που είχε και η περσινή, έχει δύο σημαντικά χαρακτηριστικά: τη σφοδρότητα τις δύο πρώτες μέρες και το μέγεθος της έκτασης που έπληξε. Μεταδόθηκε ταχύτατα από το σημείο έναρξης στη θέση “Γκίμπρενα” προς τα δυτικά στις “Τρεις Βρύσες” διανύοντας απόσταση περίπου 16 χλμ στο πρώτο 24ωρο, λόγω της μεγάλης ταχύτητας του ανέμου (5-7 μποφόρ) που επικρατούσε τις δύο πρώτες μέρες από την έναρξή της» επισημαίνει ο κ. Μπακαλούδης.

Εκτιμά ότι «αυτό το πρώτο κύμα πρέπει να ήταν και το πιο καταστροφικό, καθώς η πυρκαγιά ήταν επικόρυφη, μεταδιδόταν ταχύτατα και δεν άφηνε μεγάλα περιθώρια διαφυγής των ζώων που βρίσκονταν μπροστά στο μέτωπό της. Τις επόμενες μέρες, με την ένταση να έχει μειωθεί, η πυρκαγιά έκαιγε με μικρότερη σφορδρότητα, μεταδιδόταν με μικρότερη ταχύτητα και συνεπώς τα ζώα είχαν αρκετό χρόνο να αντιδράσουν και να διαφύγουν τον κίνδυνο της φωτιάς».

Το δεύτερο χαρακτηριστικό της πρόσφατης πυρκαγιάς, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι το μέγεθος της έκτασης που έχει πληγεί στο Εθνικό Πάρκο (Ε.Π.). Σε συνδυασμό με την πυρκαγιά που είχε εκδηλωθεί στο νότιο τμήμα του Ε.Π. το 2011, αυτή στον νότιο πυρήνα το 2022 (περίπου 40.000 στρ.), την πρόσφατη που έκαψε όλο το υπόλοιπο του νότιου πυρήνα (28.000 στρ. περίπου), αλλά και το υπόλοιπο νότιο τμήμα του ΕΠ ΔΛΣ προς τη Λευκίμη (συνολικά έχει καεί περισσότερο από το μισό της έκτασής του), καθώς και την περιοχή δυτικά του Ε.Π. που είναι επίσης Ζώνη Ειδικής Προστασίας για την ορνιθοπανίδα (Δάσος Δαδιάς-Δερείου-Αισύμης, GR1110010), δίκαια θεωρείται “μεγαπυρκαγιά”. Το μεγάλο μέγεθος της καμένης έκτασης, ίσως να επηρεάζει περισσότερο αρνητικά την άγρια πανίδα, γιατί αρκετά είδη απαιτούν εκτεταμένες περιοχές με ώριμα δάση, πολλά είδη είναι δασόβια, δηλ. απαιτούν πυκνό δάσος για να βρίσκουν καταφύγιο και αρκετά είδη εξαρτώνται ισχυρά από το συνδυασμό δασωμένων-ανοικτών εκτάσεων. Αυτό σημαίνει ότι η απώλεια μεγάλου μέρους του δάσους θα έχει σημαντικές επιπτώσεις σε μεγάλο αριθμό ειδών της άγριας πανίδας, τόσο στα πτηνά όσο και στα μεγάλα θηλαστικά.

 Η άγρια πανίδα

Ειδικότερα για τα είδη που διαβιούν στη συγκεκριμένη περιοχή, ο κ. Μπακαλούδης αναφέρει: «Στο τμήμα της Ζώνης Α, που καταστράφηκε φέτος ολοσχερώς, υπήρχε η αποικία με τις περισσότερες φωλιές του Μαυρόγυπα. Σ’ αυτό το τμήμα της Ζώνης Α, όπως και στην καμένη περιοχή εκτός της Ζώνης Α, υπήρχαν και αρκετές φωλιές από άλλα αρπακτικά πτηνά, όπως από Φιδαετό, Κραυγαετό, Σταυραετό, Διπλοσάϊνο, Γερακίνα, κ.ά., αλλά και από άλλα πτηνά με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όπως του Μαυροπελαργού. Στην περιοχή που κάηκε φώλιαζαν αρκετά είδη στρουθιόμορφων (πχ Σπίνος, Καλόγερος, Γαλαζοπαπαδίτσα, Κοκκινολαίμης, Συκοφάγος, Δενδορφυλλοσκόπος, Σταχτοπετρόκλης, Σταχτομυγοχάφτης, Κότσυφας, Αετομάχος, κ.ά.), κορακοειδών (π.χ. Κοράκι), νυκτόβιων αρπακτικών (π.χ. Νανόμπουφος), περιστερόμορφων (Τρυγόνι, Φάσα), και πολλά άλλα είδη πτηνών με ιδιαίτερο ενδιαφέρον προστασίας. Επίσης, διαβιούσαν πληθυσμοί από αρκετά θηλαστικά, όπως Ζαρκάδι, Λύκος, Αλεπού, Πετροκούναβο, Ασβός, Σκίουρος, Δασομυωξός, τρωκτικά κ.ά. καθώς και από ερπετά, όπως χελώνες, σαύρες και φίδια.

Σημειώνει δε, ότι δεν υπάρχουν ακριβή αριθμητικά δεδομένα και ορισμένες εκτιμήσεις απαιτούν αρκετό χρόνο για να γίνουν, ώστε να γνωρίζουμε πόσες φωλιές αρπακτικών έχουν καεί. Πιθανολογεί ωστόσο ότι φωλιές του Μαυρόγυπα έχουν καεί και η συνέχεια των εναπομεινασών (σ.σ. φωλιών) εξαρτάται από την επιβίωση των δέντρων.

Διαβάστε περισσότερα εδώ: Οι αλλαγές που φέρνει η φυσική καταστροφή

Πηγή: ΑΠΜΕ